μαθητής αρσενικό, μαθήτρια θηλυκό
- αυτός που παρακολουθεί τα μαθήματα ενός δασκάλου, που διδάσκεται από αυτόν
- ο Αλέξανδρος ήταν μαθητής του Αριστοτέλη
- αυτός που παρακολούθησε τη διδασκαλία ενός σημαντικού δασκάλου, επιστήμονα, φιλοσόφου, θρησκευτικού ηγέτη κλπ και συνεχίζει το έργο του
- οι μαθητές του Χριστού
- αυτός που φοιτά σε ένα σχολείο, δημοτικό, γυμνάσιο ή λύκειο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου